Μάθημα : Νεοελληνική Γλώσσα Β

Κωδικός : G1357114

G1357114  -  ΟΛΓΑ ΦΟΥΡΚΙΩΤΗ

Γλωσσάριο

Ορισμός

η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του καταμερίζω· κατανομή: ~ ευθυνών, απόδοση του μέρους της ευθύνης που βαρύνει κπ. || (οικον.) ~ εργασίας, η ανάθεση σε καθέναν από τους εργαζομένους, σε κάποια υπηρεσία ή επιχείρηση, μιας συγκεκριμένης εργασίας ή αρμοδιότητας συνήθ. ανάλογα με την εκπαίδευση ή με τις ικανότητές του.

Κατηγορία

Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες

URL

Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες

Σχόλια

Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες

Ορισμός

στέρηση του δικαιώματος να διαθέσει ένας οφειλέτης κάποιο ακίνητο ή κινητό περιουσιακό του στοιχείο, ύστερα από δικαστική απόφαση: Kάνω / ενεργώ ~ αγρού / διαμερίσματος / εμπορευμάτων / πλοίου. Aναγκαστική / συντηρητική* ~. || δέσμευση ενός αντικειμένου, προϊόντος ή εντύπου, που είναι απαγορευμένο ή που χαρακτηρίζεται παράνομο: Aπό την αστυνομία έγινε ~ μεγάλης ποσότητας ηρωίνης. Aπό την εισαγγελία διατάχτηκε η ~ του (τάδε) βιβλίου / των φύλλων της (τάδε) εφημερίδας. [

Κατηγορία

Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες

URL

Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες

Σχόλια

Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες

Ορισμός

1. παραχωρώ σε κπ. κτ. με κληροδοσία. 2. (μτφ.) οτιδήποτε μας παραδίδεται από το παρελθόν, κυρίως πνευματικό αγαθό, του οποίου δεν έχουμε την κυριότητα αλλά μόνο τη χρήση και το οποίο οφείλουμε να διατηρήσουμε για τους μεταγενεστέρους: H γλώσσα που μας κληροδότησε το παρελθόν. Tο θαυμαστό θέατρο που μας κληροδότησε η αρχαιότητα.

Κατηγορία

Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες

URL

Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες

Σχόλια

Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες

Ορισμός

πλήθος από ανοργανωτα στοιχεία,που είναι δύτσκολο να οργανωθούν σε στοιχεία

Κατηγορία

Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες

URL

Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες

Σχόλια

Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες