Μάθημα : Λογοτεχνία Α΄ Γυμνασίου
Κωδικός : 2301010232
-
Θεματικές Ενότητες
-
Ειρήνη Μάρρα, Τα κόκκινα λουστρίνια (σ. 160)
-
Γιώργος Σκαμπαρδώνης, Η Βαγγελιώ-δεν-είσαι-εντάξει (σ. 241)
-
Μαρούλα Κλιάφα, Ο δρόμος για τον παράδεισο είναι μακρύς
-
Αγγελική Βαρελά, Η νίκη του Σπύρου Λούη
-
Γιάννης Ρίτσος, Πρωινό Άστρο
-
Δημοτικό Τραγούδι, Ύπνε μου κι επάρε μου το
-
Άσκηση παραγωγής λόγου - Αφήγηση
-
Νίκος Καζαντζάκης, Η Νέα Παιδαγωγική
-
Δημ. Ψαθά, Οι πιτσιρίκοι
-
Ίταλο Καλβίνο, Μανιτάρια στην πόλη
-
O ANΘPΩΠOΣ KAI H ΦYΣH
-
Εισαγωγικά Περί Λογοτεχνίας
-
Ειρήνη Μάρρα, Τα κόκκινα λουστρίνια (σ. 160)
O ANΘPΩΠOΣ KAI H ΦYΣH
«Τζιτζίκια στήσαν το χορό»
Ιστορία :Τα παιδιά παίζουν ένα καλοκαιρινό µεσηµέρι γύρω από ένα σµήνος τζιτζικιών, ενώ µια πεταλούδα υφαίνει µε το πέταγµά της ένα µαντιλάκι που θα ανακουφίσει την πίκρα του γερασµένου κόσµου.
Μύθος/Νόημα: Η χαρά και η ανεµελιά των παιδιών συνυπάρχουν µε την πίκρα και την κούραση των µεγάλων.
∆οµή : Ενότητα 1η (στροφή α′): Το παιχνίδι και η χαρά των παιδιών.
Ενότητα 2η (στροφή β′): Η κούραση και η πίκρα των µεγάλων.
Πρόσωπα: τα παιδιά και ο γερασµένος κόσµος (τα τζιτζίκια και η πεταλούδα µπορούν να θεωρηθούν ως πρόσωπα εφόσον αλληλεπιδρούν εκούσια –πράγµα το οποίο είναι πιο σαφές για την πεταλούδα– µε τα ανθρώπινα πρόσωπα).
Στην πρώτη ενότητα παρουσιάζεται µια πολύ χαρούµενη εικόνα: παιδιά παίζουν («και στέκουν γύρω τα παιδιά/ και παίζουν παλαµάκια») µε φόντο το καλοκαιρινό καταµεσήµερο («στο ντάλα µεσηµέρι») και ηχητική υπόκρουση το τραγούδι των τζιτζικιών («Τζιτζίκια στήσαν το χορό»), το οποίο συνοδεύουν τα ρυθµικά παλαµάκια τους («και παίζουν παλαµάκια»). Η παρέα των παιδιών απολαµβάνει το παιχνίδι της µε τα τζιτζίκια. Τα τζιτζίκια είναι συνδεδεµένα µε την ξεγνοιασιά, την ανέµελη διάθεση, το τραγούδι και γενικότερα τη χαρά του καλοκαιριού. Είναι εποµένως φυσικό να συνυπάρχουν µε την παρέα των παιδιών. Όλη η στροφή κυριαρχείται από ήχους: το τραγούδι των τζιτζικιών και τα παλαµάκια των παιδιών.
Στη δεύτερη ενότητα το σκηνικό αλλάζει. Μια πορτοκαλόµαυρη πεταλούδα («Μια πεταλούδα διάφανη,/ πορτοκαλιά και µαύρη») πετάει και στέκεται στο µέτωπο των γερασµένων ανθρώπων, για να εµποδίσει τον ήλιο που τους τυφλώνει («στου γέρου κόσµου στάθηκε/ τα φρύδια επάνω, αντήλιο»). Ο ήλιος στην προκειµένη περίπτωση εµφανίζεται εχθρικός, γιατί επιτείνει µε την κάψα του το µόχθο των µεγάλων. Με το πέταγµά της η πεταλούδα γνέθει µαντι- λάκι που θα σκουπίσει τον ιδρώτα των κουρασµένων ανθρώπων («κι έπαιζε και κρυφόγνεφε/ της πίκρας µαντιλάκι»). Παρόλο που το έντοµο αυτό είναι ταυτισµένο µε την αναγέννηση και την ελπίδα, στη στροφή όµως αυτή φαίνεται να συντροφεύει τον πικραµένο «γέρο κόσµο». Μ’ αυτό τον τρόπο ο ποιητής υποδηλώνει πως στα ανθρώπινα συνυπάρχουν η χαρά και η πίκρα, στοιχεία που φαίνονται και από το πορτοκαλί και µαύρο, αντίστοιχα, χρώµα της πεταλούδας. Στον πρώτο στίχο καθεµιάς από τις δύο στροφές υπάρχει η παρουσία εντόµων . Επίσης, και οι δύο εικόνες-στροφές εκτυλίσσονται κάτω από τον καλοκαιρινό ήλιο, µε τη διαφορά όµως ότι στην πρώτη ο ήλιος ευνοεί το παιδικό παιχνίδι, ενώ στη δεύτερη δυσχεραίνει την εργασία των ανθρώπων.
Χρόνος: καλοκαίρι. Στην πρώτη µάλιστα στροφή συγκεκριµενοποιείται: ο χρόνος είναι το καταµεσήµερο.
Τόπος: Ο τόπος δεν προσδιορίζεται µε ακρίβεια. Από την παρουσία, όµως, των τζιτζικιών και της πεταλούδας συνάγεται ότι πρόκειται για υπαίθριο χώρο.
Γλώσσα: απλή µε κάποια λαϊκά στοιχεία («ντάλα» , «αντήλιο»).
Ύφος : απλό, φυσικό και παραστατικό. Οι εικόνες του χορού των τζιτζικιών και του πετάγµατος της πεταλούδας δίνουν µια υπερρεαλιστική απόχρωση στο ποίηµα.
Μετρική Το ποίηµα ανήκει στη νεότερη ποίηση, εποµένως δεν έχει οµοιόµορφες στροφές, ως προς τον αριθµό των στίχων, οµοιοκαταληξία και µέτρο, παρότι –φυσικά– διαθέτει εσωτερικό ρυθµό.
Εκφραστικά µέσα : ❖ ΕΙΚΟΝΕΣ Οπτικές Ο χορός των τζιτζικιών («Τζιτζίκια στήσαν το χορό»), το παιχνίδι των παιδιών («και στέκουν γύρω τα παιδιά/ και παίζουν παλαµάκια»), το πέταγµα της πεταλούδας («Μια πεταλούδα διάφανη … τα φρύδια επάνω, αντήλιο»), το γνέσιµο του µαντιλιού («κι έπαιζε και κρυφόγνεφε/ της πίκρας µαντιλάκι»). Ηχητικές Το τραγούδι των τζιτζικιών («Τζιτζίκια στήσαν το χορό»), τα παλαµάκια των παιδιών («και παίζουν παλαµάκια»). Απτική Τα παλαµάκια των παιδιών («και παίζουν παλαµάκια»).
❖ ΠΡΟΣΩΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ «Τζιτζίκια στήσαν το χορό», (Μια πεταλούδα) «κι έπαιζε και κρυφόγνεφε».
❖ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ «αντήλιο», «της πίκρας µαντιλάκι».
❖ ΕΜΦΑΣΗ «Τζιτζίκια στήσαν το χορό», «Μια πεταλούδα διάφανη».
«Κάτω στης µαργαρίτας το αλωνάκι»
Μύθος: Το εφηβικό ερωτικό ξύπνηµα µε φόντο την ελληνική φύση.
∆οµή:
Α’ ενότητα (1η στροφή) : εικόνες του καλοκαιριού.
Β’ ενότητα (2η στροφή): φύση και εφηβεία.
Πρόσωπα : έφηβοι, αγόρια και κορίτσια («κοιµούνται αγοροκόριτσα»).
Το ποίηµα ξεκινά µε την περιγραφή του σκηνικού: ένα αλώνι από µαργαρίτες, όπου στριφογυρίζει ένα σµάρι µελισσών στον καλοκαιρινό καύσωνα («Κάτω στης µαργαρίτας το αλωνάκι/ Στήσαν χορό τρελό τα µελισσόπουλα»). Η ζέστη είναι τόσο έντονη, ώστε κι ο ήλιος ακόµη φαίνεται να ιδρώνει («Ιδρώνει ο ήλιος»). Το νερό είναι τόσο θερµό, που δίνει την αίσθηση του βρασµού («τρέµει το νερό»). Η θερµοκρασία της ατµόσφαιρας ανεβαίνει τόσο, ώστε ο αέρας δίνει την εντύπωση ότι στερεοποιείται σε µικρά πύρινα κοµµάτια που πέφτουν («Φωτιάς σουσάµια σιγοπέφτουνε»), και τα ψιλόλιγνα στάχυα µοιάζουν να λυγίζουν το διάπυρο ουρανό («Στάχυα ψηλά λυγίζουνε το µελαψό ουρανό»). Στη συνέχεια συγκεκριµενοποιείται ο τόπος («χρυσά νταριά») και δίνονται τα πρόσωπα· αγόρια και κορίτσια µε το σφρίγος και την οµορφιά της νεότητας («Στα δόντια τους ο ήλιος σπαρταράει») διακατέχονται από έντονη ερωτική επιθυµία, που φαίνεται ακόµη κι από τον ύπνο τους («Ο ύπνος τους µυρίζει πυρκαγιά») και τα αρώµατα που αναδίδουν τα εφηβικά κορµιά τους («Απ’ τη µασχάλη τους γλυκά στάζει το µοσχοκάρυδο»). Απ’ τη µασχάλη τους γλυκά στάζει το µοσχοκάρυδο – µυρίζει πυρκαγιά: Ο συνδυασµός του γλυκού αρώµατος µε το έντονο χρώµα σχηµατοποιεί τη ζωτικότητα της νεότητας και την ένταση του ερωτισµού.. Στάχυα ψηλά λυγίζουνε το µελαψό ουρανό: Λόγω της υψηλής θερµοκρασίας ο ουρανός έχει ένα θολό βαθυκόκκινο χρώµα («το µελαψό ουρανό»).
Χρόνος: καλοκαίρι στις πιο θερµές µέρες του, ο ποιητής αναφέρεται στο µεσηµέρι, οπότε η ζέστη φτάνει στο αποκορύφωµά της.
Τόπος: ένα αλώνι διάσπαρτο από µαργαρίτες, στάχυα και κεχριά.
Γλώσσα – Ύφος: απλή, καθηµερινή, όχι όµως απλοϊκή, ακριβώς επειδή η αποκωδικοποίησή της προϋποθέτει συνειρµούς. Το ύφος είναι πυκνό, παραστατικό και σε ορισµένα σηµεία φτάνει στα όρια της επιτήδευσης.
Μετρική: Το ποίηµα ανήκει στη νεότερη ποίηση, οπότε δεν υπάρχουν οµοιόµορφοι στίχοι ούτε οµοιοκαταληξία και µέτρο. Υπάρχει εσωτερικός ρυθµός, που διευκολύνεται µε τη χρήση της διαδικασίας των συνειρµών.
Εκφραστικά µέσα: ❖ ΕΙΚΟΝΕΣ Οπτικές Το αλώνι µε τις µαργαρίτες («κάτω στης µαργαρίτας το αλωνάκι»), ο ιδρώτας του ήλιου («Ιδρώνει ο ήλιος»), το τρέµουλο του νερού («τρέµει το νερό»), τα σουσάµια του ήλιου που πέφτουν («Φωτιάς σουσάµια σιγοπέφτουνε»), τα στάχυα που λυγίζουν τον ουρανό («Στάχυα ψηλά λυγί- ζουνε το µελαψό ουρανό»), οι έφηβοι που κοιµούνται στα νταριά («Πέρα µέσ’ στα χρυσά νταριά κοιµούνται αγοροκόριτσα»), ο ήλιος που σπαρταράει στα δόντια («Στα δόντια τους ο ήλιος σπαρ- ταράει»). Ηχητική Ο χορός των µελισσόπουλων («Στήσαν χορό τρελό τα µελισσόπουλα»). Απτική Το αγκάλιασµα των εφήβων («Πέρα µέσ’ στα χρυσά νταριά … µυρίζει πυρκαγιά»). Οσφρητικές Η µυρωδιά της πυρκαγιάς («Ο ύπνος τους µυρίζει πυρκαγιά») και η µυρωδιά του µοσχοκάρυδου («Απ’ τη µασχάλη τους γλυκά στάζει το µοσχοκάρυδο»). Γευστική Η γλυκιά και έντονη γεύση του µοσχοκάρυδου («Απ’ τη µασχάλη τους γλυκά στάζει το µοσχοκά- ρυδο»).
❖ ΠΡΟΣΩΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ «Στήσαν χορό τρελό τα µελισσόπουλα», «Ιδρώνει ο ήλιος», «τρέµει το νερό», «Στάχυα ψηλά λυγί- ζουνε το µελαψό ουρανό», «ο ήλιος σπαρταράει».
❖ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ «Φωτιάς σουσάµια», «µελαψό ουρανό», «χρυσά νταριά», «Ο ύπνος τους µυρίζει πυρκαγιά».
❖ ΚΛΙΜΑΚΩΤΟ «Στήσαν χορό τρελό τα µελισσόπουλα … Στάχυα ψηλά λυγίζουνε το µελαψό ουρανό» (για να φανεί η ένταση της ζέστης).
❖ ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ «Στήσαν χορό τρελό τα µελισσόπουλα», «Ιδρώνει ο ήλιος τρέµει το νερό», «Φωτιάς σουσάµια σιγοπέ- φτουνε», «Στάχυα ψηλά λυγίζουνε το µελαψό ουρα- νό», «Ο ύπνος τους µυρίζει πυρκαγιά», «Στα δόντια τους ο ήλιος σπαρταράει», «Απ’ τη µασχάλη τους γλυκά στάζει το µοσχοκάρυδο».
❖ Έλλειψη στίξης: Στο ποίηµα δεν υπάρχουν σηµεία στίξης, εκτός από δύο τελείες. Βέβαια, όλοι οι στίχοι ξεκινούν µε κεφαλαίο γράµµα. Ο ποιητής θέλει να δηλώσει ότι κατά τη φωνητική απόδοση η πνοή του λόγου δεν επιτρέπεται να σταµατήσει, αλλά να κάνει ένα ανεπαίσθητο τσάκισµα. Ο ποιητής εκµεταλλεύεται όλες τις αισθήσεις, την όραση µε τα χρώµατα, την ακοή µε το χορό, την όσφρηση µε τις µυρωδιές, τη γεύση µε το µοσχοκάρυδο και την αφή µε το ερωτικό ξύπνηµα, και δηµιουργεί ένα ποίηµα που εξυµνεί τον έρωτα και τη χαρά µε πλαίσιο την ελληνική φύση και µάλιστα µέσα στην κάψα του καλοκαιρινού µεσηµεριού.
ΑΣΚΗΣΗ:
Εντοπίστε τα κοινά στοιχεία στη μορφή και το περιεχόμενο των δύο ποιημάτων.
Τόπος
Χρόνος
Πρόσωπα
Εικόνες
Συναισθήματα